ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΝΤΟΝΑΛΝΤ-ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΑΚΦΑΙΗΛ “Ο ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΒΑΣΙΛΑΚΟΣ ΚΑΙ Η ΑΜΦΙΛΕΓΟΜΕΝΗ ΠΡΩΤΙΑ ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΛΟΥΗ” (εκδ. “ΑΔΟΥΛΩΤΗ ΜΑΝΗ”)
Διάβασα πρόσφατα το βιβλίο τού Ντόναλντ-Γεωργίου Μακφαίηλ, που αναφέρθηκε στον Χαρίλαο Βασιλάκο, στον Σπύρο Λούη και στα γεγονότα των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων του 1896. Ο συγγραφέας, μακρινός συγγενής του Χαρίλαου Βασιλάκου με πλήθος σελίδων, αναδρομών, απόψεων, σκέψεων και επιχειρημάτων, επιχείρησε να αποδείξει την κατά τη γνώμη του, κάλπικη νίκη του Σπύρου Λούη, αποδίδοντάς την σε δόλο, τόσο του ιδίου του Λούη όσο και του Παπαδιαμαντόπουλου αλλά και του ίδιου του Παλατιού, για τη νίκη του ευνοούμενου τού Παπαδιαμαντόπουλου, Σπύρου Λούη.
Θα προσπαθήσω κι εγώ από τη σειρά μου να αντικρούσω ένα-ένα τα επιχειρήματά του και να αποδομήσω την άποψή του.
Α) Το βασικό του επιχείρημα είναι ότι ο Σπύρος Λούης, ενώ στον προκριματικό της 25ης Μαρτίου 1896 έκανε 3.18.45, στον τελικό της 29ης Μαρτίου έκανε 2.58.50. Δηλαδή θεωρεί ο συγγραφέας αδύνατον να κάλυψε 20 λεπτά περίπου σε 4 ημέρες.
Ξεχνάει ο συγγραφέας όμως να αναφέρει ότι την 25η Μαρτίου στον προκριματικό, ο Σπύρος Λούης και όλοι οι άλλοι που συμμετείχαν, είχαν να αντιμετωπίσουν έναν φοβερό καιρό, με βροχή, με λάσπες σ’ όλη τη διαδρομή την αδιαμόρφωτη, έτρεχαν οι περισσότεροι για πρώτη φορά, είχαν ακατάλληλα ρούχα και παπούτσια και ο δρόμος ούτε είχε καν τακτοποιηθεί. Εκτός που ο άνεμος ήταν αντίθετος στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής.
Στον τελικό, ο καιρός παρά το κρύο, είχε στρώσει, ο δρόμος έστω και πρόχειρα είχε επιδιορθωθεί, υπήρχε η εμπειρία η πρόσφατη, τα παπούτσια και τα ρούχα ήταν καταλληλότερα και σίγουρα τόσο ο συναγωνισμός, όσο και ο ενθουσιασμός έπαιξαν το ρόλο τους στην καλυτέρευση της επίδοσης όχι μόνο του Λούη, αλλά ΟΛΩΝ σχεδόν των συμμετεχόντων και πρωτευσάντων.
Ο συγγραφέας “δέχεται” να βελτιώνει ο Χαρίλαος Βασιλάκος τον χρόνο του κατά 12 λεπτά περίπου, από το 3.18 στο 3.06, τον Μπελόκα (άσχετα αν ακυρώθηκε, γιατί όπως λέγεται ακούμπησε σε ένα κάρο σε κάποιο σημείο) κατά 12 λεπτά περίπου, του Κέλνερ από την Ουγγαρία και όλων των υπόλοιπων Ελλήνων που τερμάτισαν, αλλά δεν μπορεί να δεχτεί τη βελτίωση του Λούη… Αυτό δεν είναι το λιγότερο αφελές και βλάσφημο στη μνήμη του;
Β) Το δεύτερο επιχείρημά του είναι ότι τον Λούη τον φυγάδευσε σε κάποιο σημείο της διαδρομής, ο Παπαδιαμαντόπουλος ή κάποιος-κάποιοι από τους ιππείς-κριτές και τον έφεραν ξεκούραστο-ουρανοκατέβατο στον Σταυρό απ’ όπου εκείνος καλύπτοντας τη διαφορά με τους προπορευόμενους Φλακ και Βασιλάκο και υπερκαλύπτοντας τον Βασιλάκο που δεν τον πέρασε πουθενά- όπως ισχυρίστηκε κατόπιν εορτής και κύρια μετά τον θάνατο του Λούη -μετά το 1940 δηλαδή, οπότε αυτός τερμάτισε πρώτος κλέβοντας τη νίκη από τον Βασιλάκο.
Τα ερωτήματα είναι πολλά προς αυτή τη θεωρία… Αν όπως αναφέρει ο συγγραφέας στο Χαρβάτι (Παλλήνη) στο 26ο χλμ. ο Λούης ήταν στην 4η θέση πίσω από τον Λερμιζιό, τον Φλακ, τον Βασιλάκο, στο 32ο χλμ. πρώτος εξακολουθούσε ο Φλακ και στους Αμπελόκηπους στο 34ο χλμ. είχε περάσει ήδη ο Λούης, η “κλοπή” πρέπει να έγινε μεταξύ 26ου και 32ου χλμ.
Ερώτημα: Αφού ο Λούης “έκλεψε” κατά τον συγγραφέα, γιατί δεν έγινε αντιληπτός από τους άλλους, αφού ένας δρόμος υπήρχε από το 26ο χλμ. μέχρι τον Σταυρό και τη σημερινή εκκλησία της Αγ. Παρασκευής;
Πού στηρίζεται η θεωρία, ότι κάποιος ή κάποιοι πήραν τον Λούη και τον “προώθησαν” προσπερνώντας τον Βασιλάκο (αφού ο Λερμιζιό εγκατέλειψε στο 32ο χιλιόμετρο);
Γιατί ο Βασιλάκος, όσο ζούσε ο Λούης δεν ΣΗΚΩΣΕ το ΘΕΜΑ, δεν ανακίνησε το ζήτημα, δεν έκανε ένσταση όταν μάλιστα ο 3ος Μπελόκας ακυρώθηκε γιατί ακούμπησε σε ένα κάρο για να ξαποστάσει;
Πώς γίνεται ενόσω ζει ο Λούης, ΚΑΝΕΙΣ να μην το αγγίζει και λίγα χρόνια μετά να ανακινείται θέμα εξαπάτησης και κλοπής; Αυτό λέγεται ΣΚΥΛΕΥΣΗ νεκρού και θεωρείται από τις μεγαλύτερες και χειρότερες ΑΤΙΜΙΕΣ…
Και κάτι ακόμα. Αν υποθέσουμε, αν, -το τονίζω- υπήρχαν παράπλευροι δρόμοι, γιατί να μην υποθέσουμε ότι στο διάστημα μεταξύ ΠΑΛΛΗΝΗΣ-ΑΓ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ να πήραν δυο ξεχωριστούς παράπλευρους δρόμους και οι δύο δρομείς, δηλαδή και ο Λούης και ο Βασιλάκος;
Και να μην συναντήθηκαν ποτέ, παρά μόνο στον τερματισμό, όταν όπως ισχυρίζεται ο συγγραφέας, ο Χαρίλαος Βασιλάκος “έμαθε” ότι ήταν 2ος…; Και τα ερωτήματα συνεχίζουν.
Καλά, αφού ο Λούης ήταν ήδη από το 34ο χλμ. πρώτος, ο ενθουσιασμός του πλήθους, ενόσω οι Δρομείς πλησίαζαν στο Στάδιο, δεν μεταδόθηκε στον δεύτερο που ήταν ο Βασιλάκος; Κανείς δεν του μίλησε, κανείς δεν του φώναξε, κανείς δεν τον επευφήμησε για τη 2η του θέση; Αυτά, φαντάζουν κι ακούγονται εξωπραγματικά, αφού ο ενθουσιασμός του Λαού θα ήταν διπλός και τρίδιπλος όταν οι θεατές, ο Λαός, θα μάθαινε ότι και ο δεύτερος, αλλά και ο τρίτος ήταν Έλληνες. Άρα κάπου ΟΛΑ τα επιχειρήματα περί της μη προσπέρασης, καταρρίπτονται από μόνα τους. Θεωρείται αδύνατη και χωρίς βάση η άποψη ότι μεταξύ Παλλήνης και Αγ. Παρασκευής, ο Λούης επιβιβάσθηκε σε άλογο ή κάρο, χωρίς ΚΑΝΕΝΑΣ να τον αντιληφθεί, ή να τον καταγγείλει ΕΝΟΣΩ ΖΟΥΣΕ και βέβαια να πάρει επάνω του την ΕΝΣΤΑΣΗ-ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ.
Μια μόνο υπόνοια υπάρχει: στις σχεδόν έρημες εκτάσεις τότε οι Δρομείς, να έκοβαν κατά το δοκούν το συντομότερο δρόμο και ΑΝ δεχθούμε τις αιτιάσεις του Βασιλάκου, ο Λούης και ο Βασιλάκος, άλλος από τ’ αριστερά και άλλος από τα δεξιά του σημερινού δρόμου, να πορεύτηκαν στην προσπάθειά τους να ανέβουν τις τελευταίες ανηφόρες Παλλήνης-Σταυρού και να μη συναντήθηκαν ποτέ. Αλλά αυτό ανήκει στη σφαίρα του Μύθου και της Φαντασίας και δεν μπορεί να αποδειχθεί ΠΟΤΕ, όπως βέβαια δεν μπορούν να ΑΠΟΔΕΙΧΘΟΥΝ οι ισχυρισμοί του συγγραφέα, αλλά και των πολεμίων (μεταθανάτια) του Λούη.
Γ) Το τρίτο επιχείρημα του συγγραφέα ήταν ότι ο Λούης δεν ξανααγωνίσθηκε ποτέ στο αγώνισμα. Δεν δέχθηκε να ξανααγωνιστεί και γενικά δεν υπήρξε ποτέ Αθλητής. Μα και ο Βασιλάκος, όπως και ο ίδιος αναφέρει, δεν ξαναέτρεξε ποτέ στον Μαραθώνιο δρόμο… παρά μόνο στο βάδην στο οποίο διακρίθηκε στα 1000 και 1500 μέτρα.
Η Αλήθεια είναι απλή. Ο αγράμματος, άσημος νερουλάς του Αμαρουσίου Σπύρος Λούης, μετά τη Νίκη του διαχειρίστηκε τη φτωχή ζωή του, με τα δικά του μέτρα και σταθμά. Ο συγγραφέας ζώντας έναν και πλέον αιώνα μετά, αντιλαμβάνεται τον ΑΘΛΗΤΗ του σήμερα και αναρωτιέται. Μα μιλάμε για δύο διαφορετικές εποχές που δεν μπαίνουν ποτέ στο ίσο ζύγι. Οι πρωταθλητές του σήμερα κρατάνε χρόνια στο αθλητικό στερέωμα γιατί έχουν κίνητρα, εταιρίες, ιατρική βοήθεια, έσοδα από πλείστες όσες πηγές. Ο Λούης, ο Βασιλάκος και όλοι οι Αθλητές του 1896 και μετέπειτα των επόμενων χρόνων, πρώτα κοιτούσαν της επόμενης ημέρας το ψωμί κι έπειτα, πολύ έπειτα, έβαζαν τα αθλητικά τους κατορθώματα.
Ο Λούης καλά έκανε και τραβήχτηκε στην ταπεινή του εργασία. Ο μεγάλος δημοσιογράφος και συγγραφέας Κλ. Παλαιολόγος, τριάντα χρόνια μετά τη νίκη του, του έπλεξε το εγκώμιο σε άρθρο του, για τη “σοφή” του απόφαση να αποτραβηχτεί και να μείνει για πάντα ΔΟΞΑΣΜΕΝΟΣ και ΠΑΝΤΟΤΙΝΑ ΝΙΚΗΤΗΣ στο άθλημα που δόξασε και δοξάστηκε, όσο κανείς ΑΛΛΟΣ… Και η απόφασή του αυτή δεν μπορεί κανείς να τη διαβάλλει ή να την αμφισβητήσει με κανέναν τρόπο.
Ο Άσημος πριν τη νίκη του νερουλάς του Αμαρουσίου δίδαξε με τη στάση του Αθλητικό Ήθος και θύμισε τους πανάρχαιους προγόνους του, που οι περισσότεροι όταν νικούσαν στην Ολυμπία, γυρνούσαν στις καθημερινές ασχολίες και επαγγέλματα και ορισμένοι πολεμούσαν στην πρώτη γραμμή, πεθαίνοντας για την πόλη και την πατρίδα τους. Βλέπε τα ονόματα των Σπαρτιατών Ολυμπιονικών Μάρωνα και Δαμάγητο δίπλα στον Λεωνίδα στις Θερμοπύλες.
Αλλά και του ηρωικού Κώστα Τσικλητήρα, λίγα χρόνια μετά τον Λούη, με τη συμμετοχή του στους Βαλκανικούς Πολέμους και την αρρώστια που τον κατέβαλε λίγο μετά τον θρίαμβό του στη Στοκχόλμη το 1912.
Κανείς δεν πρέπει να κατηγορήσει τον Λούη για την απόφασή του αυτή. Όπως βέβαια και τον Βασιλάκο που δεν ξανάτρεξε Μαραθώνιο Δρόμο. Κανείς δεν μπορεί σήμερα, 117 χρόνια μετά, να αναρωτιέται γιατί αυτοί οι γίγαντες της εποχής εκείνης, δεν ξανασυμμετείχαν σε ανάλογους αγώνες. Μα τότε ο βιοπορισμός, η ανυπαρξία του οργανωμένου Αθλητισμού, οι συνθήκες μετά την ήττα του 1897, η απίστευτη κρίση του Ελληνισμού, μέχρι το Γουδί το 1909, όλη αυτή η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, δεν συγκρίνονται με τίποτε, με τη σημερινή εποχή.
Ας σεβαστούμε λοιπόν, τόσο τον Σπύρο Λούη, όσο και τον Χαρίλαο Βασιλάκο. Σίγουρα θα ‘χουν πολλά να πουν τρέχοντας στα Ηλύσια Πεδία…
Η μνήμη τους, δύο άξιων παιδιών της Ελλάδας, τους έφερε θεμελιωτές ενός παγκοσμίου ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ που αγκαλιάζει δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους. Και τους έβαλε εκεί ΨΗΛΑ στο ΠΑΝΘΕΟΝ των ΗΡΩΩΝ του Μαραθωνίου ΔΡΟΜΟΥ, δίπλα στον Μιλτιάδη, τους ηρωικούς Αθηναίους και Πλαταιείς που πολέμησαν για το ΥΠΕΡΤΑΤΟ ΑΓΑΘΟ, την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.
Δεν τους πρέπει, 117 χρόνια μετά, τίποτε άλλο παρά μόνο σεβασμός και τιμή και στους δύο. Η προσπάθεια σπίλωσης και αμφισβήτησης της Νίκης του πρώτου δεν “δικαιώνει” τον δεύτερο και κακό κάνει και στους δύο και γενικότερα σε ΟΛΟΥΣ όσους Λάτρεψαν και Μυήθηκαν στο Αγώνισμα που αυτοί ΘΕΜΕΛΙΩΣΑΝ.
ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ λοιπόν στους Αθάνατους Σπύρο Λούη και Χαρίλαο Βασιλάκο.
Κωνσταντίνος Δημ. Σάμιος
υπό την ιδιότητα του συγγραφέα-μελετητή των Δρόμων
ΥΓ.: Αφού δεν υπήρχαν κριτές στη διαδρομή, όπως ισχυρίζεται ο συγγραφέας, πώς η Αγωνόδικος Επιτροπή ακύρωσε τον 3ο Έλληνα, άσημο κι αυτόν Μπελόκα, δίνοντας την 3η θέση στον Ούγγρο Κέλνερ, με μόνη αιτιολογία την καταγγελία του Κέλνερ ότι ο Σπύρος Μπελόκας ακούμπησε σ’ ένα κάρο για να ξεκουραστεί; Ο Κέλνερ, τον οποίο ο Λούης είχε ήδη περάσει μεταξύ Πικερμίου (ήταν 4ος, ενώ ο Λούης 6ος) και Παλλήνης (Χαρβάτι 26ο χλμ.) δεν τον είχε από πίσω, δεν το έβλεπε στα σημεία αυτά και μετέπειτα; Άλλωστε η τελική τους διαφορά στα 7.45′ στο τέλος, μεταφράζεται σε λιγότερο από 3-3,5 λεπτά, κάτι λιγότερο από 700 μέτρα δηλαδή, στην Παλλήνη. Αν υποθέσουμε λοιπόν ότι ο Λούης είχε αυτή τη διαφορά στην Παλλήνη, ούτε ο Κέλνερ δεν τον έβλεπε μπροστά στις μεγάλες ευθείες και στη μεγάλη ανηφόρα μεταξύ του τέλους της Παλλήνης και του Σταυρού (29ο χλμ.-31ο χλμ. της διαδρομής);
Ούτε ο Κέλνερ αμφισβήτησε ΠΟΤΕ την ΚΑΘΑΡΗ ΝΙΚΗ του ΛΟΥΗ λοιπόν, αλλά ούτε και ο Λερμιζιό ο Γάλλος, ο οποίος προπορεύετο μέχρι το 26ο χλμ. (Παλλήνη). Άρα, αφού ο Λερμιζιό προπορεύετο μέχρι το 26ο χλμ., δεν υπήρχε καμία καταγγελία περί υποβοήθησης, “εξαφάνισης” ή προώθησης του Λούη…
Άρα, πού “έκλεψε” ο Λούης;.. Πουθενά…
Καταρρίπτοντας το επιχείρημα της “ΥΠΟΒΟΗΘΗΣΗΣ” καταρρίπτεται ΟΛΗ η προσπάθεια ακύρωσης και αμφισβήτησης της Νίκης του. Ο Χαρίλαος Βασιλάκος δεν “πίστεψε” ότι ο άσημος νερουλάς νίκησε πριν απ’ αυτόν… “Αν δεν το είδε” έπρεπε να το πει αμέσως ΜΕΤΑ κι όχι να περιμένει δεκαετίες μετά και σίγουρα μετά το θάνατό του… Η δική του θέση σαν Πρώτου Πανελληνιονίκη Μαραθωνοδρόμου και 2ου Ολυμπιονίκη είναι ανεπανάληπτη και αξίζει κάθε τιμής και σεβασμού. Το ίδιο όμως και του Σπύρου Λούη, του 1ου ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΗ. Και εδώ κλέινω, με την ΕΥΧΗ κάποτε να ξαναγεννήσουμε Λούηδες και Βασιλάκους…