Ο Ηρόδοτος και ο περίφημος γιατρός Γαληνός εκθείαζαν τη μαλακτική και καθαρτική επίδραση του στα έντερα. Ο γιατρός- βακτηριολόγος, Μέτσινκοφ, βραβευμένος με το Νόμπελ φυσιολογίας και ιατρικής το 1908,ανακάλυψε ότι τα λιπαρά του γάλακτος γίνονται πιο εύπεπτα εξουδετερώνοντας τα παθογόνα μικρόβια του γαστρεντερικού σωλήνα και μελέτησε τη συσχέτιση του γιαουρτιού με το πρώιμο γήρας στους ανθρώπους. Τα συμπεράσματα ήταν ότι η μακροβιότητα των ανθρώπων οφειλόταν στο γιαούρτι.
Το γιαούρτι είναι το γαλακτοκομικό προϊόν που προέρχεται από την πήξη του νωπού γάλακτος και παράγεται με γαλακτική ζύμωση αυτού με οξυγαλακτικά βακτήρια (Lactobacillus bulgaricus και του Streptococcus thermophilus), τα οποία προσδίδουν στο γιαούρτι την όξινη γεύση και το χαρακτηριστικό του άρωμα. Οι μικροοργανισμοί αυτοί πρέπει να είναι άφθονοι και ζωντανοί στο τελικό προϊόν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, γιατί στη δράση τους οφείλονται οι ευεργετικές ιδιότητες του γιαουρτιού.
Ο κώδικας τροφίμων και ποτών δίνει χρόνο συντήρησης 15 ημερών στη θερμοκρασία των 0°-2°C. Η ημερομηνία λήξης είναι σημαντική επειδή οι γαλακτοβάκιλοι που δίνουν στο γιαούρτι τις ευεργετικές ιδιότητές του πρέπει να είναι ζωντανοί μέχρι τη στιγμή της κατανάλωσης. Σε θερμοκρασία (2-6oC) διατηρούνται ενεργοί για περισσότερο από 30 ημέρες.
Θρεπτικά συστατικά
Το γιαούρτι είναι πλούσιο σε πολύτιμα για τον ανθρώπινο οργανισμό θρεπτικά συστατικά: πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας, ασβέστιο, φώσφορο και βιταμίνες του συμπλέγματος Β, ενώ υπάρχουν και ικανοποιητικές ποσότητες μαγνησίου, καλίου και βιταμινών Α και D (ιδιαίτερα τα εμπλουτισμένα προϊόντα). Οι πρωτεΐνες του γιαουρτιού είναι ανώτερες του γάλακτος, το ασβέστιο είναι περισσότερο διότι τα συστατικά περιέχονται σε συμπυκνωμένη μορφή, ενώ οι βιταμίνες του συμπλέγματος Β αυξάνονται με την επίδραση των βακτηριδίων και έτσι, σε σχέση με το γάλα, διευκολύνεται η εντερική απορρόφηση του ασβεστίου, φωσφόρου και μαγνησίου.
Ευεργετικό για την υγεία
Το γιαούρτι συμβάλλει στην ανάπτυξη και σωματική διάπλαση των παιδιών. Η οξίνιση και τα ένζυμα του γιαουρτιού διευκολύνουν την πέψη και βελτιώνουν την αφομοίωση των συστατικών. Τα πολυάριθμα ζωντανά και ενεργά βακτήρια ασκούν θετική δράση στη μικροχλωρίδα του εντέρου και στην παραγωγή εντερικών αντισωμάτων.
Ως τροφή, το γιαούρτι βοηθάει στην υψηλή πρόσληψη ασβεστίου και κατ’ επέκταση στην καλή υγεία των οστών. Επίσης, ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα και είναι ευεργετικό σε περιόδους ανάρρωσης αρρώστων. Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις γαστρεντερίτιδας το γιαούρτι μπορεί να αντικαταστήσει το γάλα προσφέροντας τις απαραίτητες θρεπτικές ουσίες. Το παραδοσιακό γιαούρτι χωρίς ζάχαρη μπορεί να μειώσει την κακοσμία στόματος και τα επιβλαβή βακτηρίδια που ζουν στη γλώσσα και το σάλιο.
Μερικοί άνθρωποι δεν μπορούν να καταναλώσουν γάλα λόγω δυσανεξίας στην λακτόζη, ένα φυσικό σάκχαρο που περιέχει το γάλα. Κατά τη μετατροπή του γάλακτος σε γιαούρτι, η λακτόζη μειώνεται κατά 20-30%. Το αποτέλεσμα αυτής της μείωσης είναι ότι το γιαούρτι αποτελεί τροφή εύπεπτη ακόμα και για ανθρώπους που δεν μπορούν να πίνουν γάλα. Φυσιολογικά το γάλα χρειάζεται 4 ώρες για να χωνευτεί ενώ μόνο μια ώρα για το γιαούρτι.
Απαραίτητο στη διατροφή
Το γιαούρτι πρέπει να αποτελέσει αναπόσπαστο κομμάτι της ημερήσιας διατροφής όλων μας, αφού έχει μεγάλη βιολογική αξία και μπορεί και δρα τόσο προληπτικά όσο και θεραπευτικά στον ανθρώπινο οργανισμό, προάγοντας έτσι την υγεία.
Υπάρχουν πολλά είδη και ποικιλίες γιαουρτιού, θα πρέπει όμως να διαβάζετε τις ετικέτες για να επιλέξετε το καλύτερο. Συγκεκριμένα, το πραγματικό γιαούρτι πρέπει να αναφέρει στην ετικέτα «ζωντανό» ή «με ζωντανά γαλακτικά ένζυμα» ή να γράφει την επιστημονική τους ονομασία.
Είναι τροφή κατάλληλη για όλες τις ηλικιακές ομάδες και μπορεί να αποτελέσει ένα ελαφρύ γεύμα, ένα υγιεινό σνακ πριν τη γυμναστική, ένα ελαφρύ βραδινό, ακόμη και ένα επιδόρπιο αν συνδυαστεί με μέλι, ξηρούς καρπούς και φρούτα. Και φυσικά είναι το ιδανικό τρόφιμο για δίαιτα αφού προσδίδει λίγες θερμίδες.
Αναστασία Δ. Κόκκαλη
Κλινική Διαιτολόγος – Διατροφολόγος B.Sc.(Hons),
Μέλος του Πανελληνίου Συλλόγου Διαιτολόγων και του British Dietetic Association
Πηγή: nline.gr